Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2013

Η ύπαρξη του Θεού


«Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν, Πατέρα παντοκράτορα, ποιητήν οὐρανοῦ καί γῆς, ὁρατῶν τε πάντων καί ἀοράτων».
Το πρώτο και βασικό, το θεμελιώδες δόγμα, το Άλφα της αγίας μας Θρησκείας και της αμωμήτου Πίστεώς μας, είναι ο Θεός, η πίστη στο Θεό, το λατρευτό και ευλογητό πρόσωπο και όνομα. Και το «Πιστεύω» μας από το Θεό αρχίζει. «Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν».

Υπάρχει Θεός;

Αλλ’ υπάρχει Θεός, για να τον πιστεύουμε και να τον προσκυνούμε; Βέβαια, υπάρχει. Για τον λογικό και καθαρό στην καρδιά, για τον δίκαιο και ευσυνείδητο άνθρωπο ο Θεός είναι χειροπιαστή πραγματικότητα. Μόνο «ἄφρων εἶπεν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ· οὐκ ἔστι Θεός» (Ψαλμ. ιγ΄ 1). Δηλαδή άθεος και αρνητής του Θεού δεν είναι ο σοφός τάχα και πολυμαθής άνθρωπος. Αρνητής του Θεού είναι ο μωρός, ο άμυαλος και ασύνετος, δηλαδή ο αμαθής και αμόρφωτος και κυρίως ο πονηρός και διεφθαρμένος άνθρωπος. Αυτό θα πει «εἶπεν ἄφρων ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ· οὐκ ἔστι Θεός». Αυτός λόγω της κακίας του και τυφλωμένος από τα πάθη και την φαυλότητά του χάνει την λογική του, χάνει την ορθή σκέψη του, χάνει τον προσανατολισμό της ψυχής του, κλείνει τα αυτιά του στην διακήρυξη της φύσεως και τη μαρτυρία της συνειδήσεώς του και λέγει «οὐκ ἔστι Θεός», δεν υπάρχει Θεός! Τούτο το ομολογούν και μεγάλοι, σπουδαίοι και σοφοί, επιστήμονες, που όταν θέλει κανείς βρίσκει τις γνώμες τους σε πολλά βιβλία απολογητικά και επιστημονικά. Εκεί θα δει και πώς οι μεγάλοι σοφοί και τρανοί επιστήμονες όχι μόνο πιστεύουν στον αληθινό Θεό, αλλά και με πολύ θάρρος και θαυμαστή παρρησία ομολογούν και διακηρύττουν την πίστη τους αυτή (1).

Αποδείξεις υπάρξεως του Θεού

Υπάρχουν και αποδείξεις που βεβαιώνουν την ύπαρξη του Θεού σε ένα άνθρωπο λογικό, καλοπροαίρετο και αντικειμενικό. Αυτόν πέρα ως πέρα τον πείθουν πως υπάρχει Θεός. Μία είναι η λεγομένη κοσμολογική απόδειξη. Άλλη είναι η τελολογική. Άλλη η ψυχολογική και ηθική. Και άλλη η ιστορική.
Α) Η κοσμολογική απόδειξη λέγει· υπάρχει ο Θεός, διότι υπάρχει ο κόσμος. Η ύπαρξη του κόσμου είναι απόδειξη και μαρτυρία, που βεβαιώνει και διαλαλεί την ύπαρξη του Θεού. Εφ’ όσον είναι γεγονός, όπως λέγει και ο απόστολος Παύλος, ότι «πᾶς οἶκος κατασκευάζεται ὑπό τινος», άρα «ὁ τά πάντα κατασκευάσας (είναι) ὁ Θεός» (Εβρ. γ΄ 4). Η ύπαρξη, λοιπόν, του κόσμου προϋποθέτει την ύπαρξη του Θεού. Όπως το κτίσμα δείχνει τον κτίστη που το έκτισε. Όπως το πλοίο τον ναυπηγό. Όπως το εργαλείο τον εργάτη. Όπως το δημιούργημα, κάθε δημιούργημα, μεγάλο ή μικρό, τον τεχνίτη , τον δημιουργό. Η λογική, η σκέψη του λογικού ανθρώπου, η πείρα της καθημερινής ζωής το λέγει τούτο. Δεν το φλυαρεί η φαντασία ή η θρησκοληψία. Ιδού τα μεγάλα και θαυμαστά έργα της δημιουργίας. Κοίταξέ τα, άκουσέ τα, άνθρωπε, όλα φωνάζουν πως υπάρχει Θεός. «Οἱ οὐρανοί διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δέ χειρῶν αὐτοῦ ἀναγγέλλει τό στερέωμα» (Ψαλμ. ιη΄ 1), λέγει ο ψαλμωδός. Και παραθέτει ο θείος Απόστολος· «τὰ γὰρ ἀόρατα αὐτοῦ ἀπὸ κτίσεως κόσμου τοῖς ποιήμασι νοούμενα καθορᾶται, ἥ τε ἀΐδιος αὐτοῦ δύναμις καὶ θειότης» (Ρωμ. α΄ 20) (2).
Και πράγματι ποιος οφθαλμός καθαρός, ποια ψυχή λογική, ποια πνευματική ύπαρξη, όταν βλέπει τη φύση και όλη την κτίση, το μεγαλειώδες τούτο της δημιουργίας έργο, δεν θα ομολογήσει ότι υπάρχει Θεός και δεν θα τον δοξολογήσει αναφωνούσα· «ὡς ἐμεγαλύνθη τά ἔργα σου, Κύριε, πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας»; (Ψαλμ. ργ΄ 24). Λοιπόν, τι πολυσκέπτεσαι και τι πολυσκοτίζεσαι, άνθρωπε; Το πράγμα είναι εύκολο και απλό. Υπάρχει, ναι υπάρχει ο Θεός, διότι υπάρχει ο κόσμος, το έργο του Θεού.
Β) Η τελολογική απόδειξη λέγει· Ο κόσμος που υπάρχει και φαίνεται είναι πράγματι κόσμος. Δηλαδή κόσμημα, στολίδι, έργο μέγα και ωραίο και θαυμαστό, που χαίρεται να το βλέπει ο άνθρωπος και να το απολαμβάνει. Είναι έργο με κίνηση και σκοπιμότητα θαυμαστή, με τάξη και νόμο, με καλλονή και χάρη, που κρύπτει μέσα του σοφό, σοφότατο νου και άπειρη δύναμη που τον έφτιαξε και τον τεχνούργησε. Τέχνη, άφθαστος τέχνη και απαράμιλλος καλλονή και ωραιότητα, μοναδική σκοπιμότητα υπάρχει και φαίνεται στον κόσμο. Και ακόμη, νόμοι, νόμοι ασάλευτοι κρατούν και κυβερνούν τον κόσμο τούτο, θεμέλια γερά και ατράνταχτα, τα οποία καμία άλλη δύναμη δεν μπορεί να κλονίσει και να ανατρέψει. Τι σημαίνουν όλα αυτά; Σημαίνουν ότι, αν το έργο είναι τόσο θαυμαστό, τόσο ωραίο και λαμπρό, ασυγκρίτως, απείρως μεγάλος και θαυμαστός είναι Εκείνος που το κατασκεύασε. Σημαίνει πως το μεγαλείο του κόσμου υποδηλώνει το άπειρο μεγαλείο του δημιουργού του. Ακριβώς εκείνο που λέγει ο σοφός Σολομών: «ἐκ γὰρ μεγέθους καλλονῆς κτισμάτων ἀναλόγως ὁ γενεσιουργὸς αὐτῶν θεωρεῖται» (Σοφ. Σολομ. ιγ΄ 5). Και τον λόγο τούτο της θείας Γραφής λαμβάνων υπόψιν του και ο Μ. Αθανάσιος λέγει· «Οὕτω γάρ διεκόσμησεν (ο Θεός) τήν κτίσιν, ὥστε καί μή ὁρώμενον αὐτόν τῇ φύσει, ὅμως ἐκ τῶν ἔργων γνωρίζεσθαι». Έτσι στόλισε ο Θεός την κτίση, ώστε ενώ δεν θα φαίνεται μέσα στη φύση, εντούτοις από τα έργα του να αναγνωρίζεται. (Το ίδιο τονίζουν και οι άγιοι Πατέρες Γρηγόριος ο Θεολόγος και Ιωάννης ο Χρυσόστομος στα χωρία τους, που αναφέραμε προτήτερα σε υποσημείωση). Κοίτα, λοιπόν, τα άστρα, άνθρωπε, κοίτα τον ήλιο, την σελήνη, σκέψου τον αέρα, τα σύννεφα, τη βροχή, πρόσεξε και τη γη, τα βουνά, τους κάμπους, τα δέντρα, τα φυτά, τα νερά λιμνών και ποταμών, το ατελείωτο ζωικό βασίλειο. Συλλογίσου ακόμη πώς το καθένα κινείται, πώς ζει, τι προσφέρει στο σύνολο, τι προσφέρει και στον άνθρωπο. Συλλογίσου, ότι προσφέρει την τροφή, την άνεση, τη ζωή, αμέτρητα καλά. Και τότε θα κυριευθείς από έκσταση και από φόβο και από θαυμασμό για την τάξη και αρμονία και για το σοφό σκοπό που κρύπτει μέσα του και εκπληρώνει όλος γενικά ο κόσμος και κάθε δημιούργημα χωριστά (3).
Γ) Η ψυχολογική και ηθική απόδειξη. Αυτές λέγουν, ότι ο Θεός υπάρχει και τρανή προς τούτο απόδειξη είναι το ότι η ίδια η ψυχή μας στα βάθη της τον αισθάνεται το Θεό και τον αναζητεί. Αισθάνεται την ύπαρξη και παρουσία του. Τον νοιώθει ως νομοθέτη, ως ελεγκτή και κριτή των πράξεών της. Βλέπει την ηθική αξία και το κακό που υπάρχει στον κόσμο. Και τι κάμνει τότε; Θεωρεί αναγκαία την ύπαρξη του Θεού. Ακόμη θεωρεί αναγκαία και την μέλλουσα παρουσία του για να κρίνει δικαίως και αποδώσει σε κάθε άνθρωπο κατά τα έργα του, να αποκαταστήσει την ηθική τάξη στον κόσμο. Υπάρχει κακό και αδικία στον κόσμο. Η ύπαρξη αυτής της αδικίας καθιστά αναγκαία την ύπαρξη του Θεού, για να αποδοθεί δικαιοσύνη. Άρα υπάρχει ο Θεός νομοθέτης, επόπτης και κριτής του ανθρώπου. Το ότι από τα βάθη της ψυχής του ανθρώπου βγαίνει τρανή η μαρτυρία της υπάρξεως του Θεού, το βεβαιώνει ο άγιος Αθανάσιος, ο οποίος λέγει· «Πρός τήν τῆς ἀληθείας γνῶσιν καί ἀληθή κατάληψιν οὐκ ἄλλων ἐστί χρεία, οὕτω καί ἡ πρός τοῦτον (το Θεό) ὁδός πόρρωθεν ἤ ἔξωθεν ἡμῖν ἐστιν (δεν μας χρειάζονται από μακριά και έξω από τον εαυτό μας αποδείξεις για την ύπαρξη του Θεού)· ἔνδον γάρ ἐν ἑαυτοῖς ἔχοντες τήν πίστιν καί τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, δυνάμεθα ταχέως θεωρῆσαι καί νοῆσαι τόν τοῦ παντός βασιλέα». Το οποίο λέγει· Μη πηγαίνεις μακριά, άνθρωπε. Κοίτα μέσα σου, άκουσε τους μυστικούς παλμούς και νυγμούς της ψυχής σου, και αυτή σου φωνάζει· εδώ, παρών είναι ο Θεός, ο Θεός σου. Αυτή η έρευνα είναι ο πιο σύντομος δρόμος, για να τον βρεις το Θεό και συνδεθείς μαζί του.
Δ) Η ιστορική. Ας έλθουμε τέλος και σε αυτή, που βγαίνει από την ιστορία. Αυτή λέγει ότι η ιστορία της ανθρωπότητας όλης βεβαιώνει, πως όλες οι φυλές και γλώσσες της γης πάντοτε και σε κάθε γενεά και εποχή είχαν κοινή, πάγκοινη την πίστη στην ύπαρξη Θεού δημιουργού, του Πατέρα και προστάτη τους. Αυτόν προσκυνούσαν, αυτόν λάτρευαν, σε αυτόν κατέφευγαν και ζητούσαν τη βοήθειά του στις ανάγκες του βίου τους. Άθρησκοι λαοί ποτέ δεν υπήρξαν, έστω και αν στην αρχαία εποχή από την μονοθεΐα είχαν περιπέσει στην πολυθεΐα και την ειδωλολατρία. Αυτή λοιπόν η παγκόσμια πίστη στο Θεό τίποτε δεν λέγει; Δεν λέγει εκείνο που βεβαίωνε ο μέγας Αριστοτέλης, πως «ό,τι οι άνθρωποι πάντες εξ ενστίκτου εκδέχονται ως αληθές, είναι φυσική αλήθεια και άρα ο Θεός υπάρχει»; (4). Ναι, λέγει και μαρτυρεί ότι πράγματι υπάρχει Θεός. Το φωνάζει η πανανθρώπινη πεποίθηση και γνώμη και ιστορία (5).
____________________
(1) Ομολογίες όπως αυτές βρίσκει κανείς στα βιβλία των Απολογητικών Μελετών του Καθηγητού Π. Ν. Τρεμπέλα, όπως και στο βιβλιαράκι «Προφάσεις» και σε άλλα κεφάλαια του παρόντος βιβλίου.
(2) Πολλοί άγιοι της Εκκλησίας μας Πατέρες πολλά λέγουν ως προς την ύπαρξη του Θεού και το θαύμα της θείας Δημιουργίας. Έτσι ο Μέγας Αθανάσιος λέγει· «ἔστι καί ἀπό τῶν φαινομένων τήν περί Θεοῦ γνῶσιν καταλαβεῖν τῆς κτίσεως ὥσπερ γράμμασι, διά τῆς τάξεως καί ἁρμονίας τον ἑαυτῆς δεσπότην καί ποιητήν σημαινούσης καί βοώσης». Το Θεό τον εννοείς και τον γνωρίζεις και από τα κτίσματα της δημιουργίας που φαίνονται. Η ίδια η κτίση με την θαυμαστή τάξη και αρμονία της σαν να το γράφει και με τα γράμματά της αυτά να δείχνει και να φωνάζει, ότι υπάρχει ο ποιητής και δεσπότης της. Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος· «οὕτως ὁ ἐκ Θεοῦ λόγος καί πᾶσι σύμφυτος (έμφυτος σε όλους μας η ύπαρξη του Θεού) καί πρῶτος ἐν ἡμῖν νόμος καί πᾶσι συνημμένος, ἐπί Θεόν ἡμᾶς ἀνήγαγεν». – Ο πρώτος νόμος, ο ηθικός νόμος που υπάρχει μέσα μας, αυτός μας οδηγεί στο Θεό. – Ο ιερός Χρυσόστομος· «Τήν κτίσιν εἰς μέσον προθείς… διδάσκαλον τῆς οἰκείας μεγαλειότητος», καίτοι «τήν περί αὐτοῦ γνῶσιν ἐξ ἀρχῆς τοῖς ἀνθρώποις ἐνέθηκεν ὁ Θεός». (Σημ. Η γνώμη αυτή και των δύο Πατέρων είναι ισχυρό στοιχείο και της ψυχολογικής και ηθικής απόδειξης, που θα πούμε παρακάτω). Ο Οικουμένιος· «Ἡ κτίσις γἀρ καί φωνήν μή ἀφιεῖσα διά τῆς ὄψεως τον δημιουργόν κηρύττει». Τέλος ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης κάμνει την ερώτηση: «Ἱμάτιόν μέν τις ἰδών, τόν ὑφάντην ἀνελογίσατο, καί διά τῆς νηός τήν ναυπηγόν ἐνενόησεν, ἥ τε αὐτοῦ οἰκοδόμου χείρ ὁμοῦ τῇ τοῦ οἰκοδομήσαντος ὄψει τῇ διανοίᾳ τῶν θεωμένων γίνεται, οἱ δέ πρός τόν κόσμον ὁρῶντες, πρός τόν διά τούτων δηλούμενον ἀμβλυωποῦσιν;». Όταν ένας δει ένα φόρεμα, με το νου του θα σκεφθεί εκείνον που το ύφανε. Και όταν δει πλοίο, ο νους του θα ανατρέξει στο ναυπηγό. Και όταν αντικρύσει μια οικοδομή, αμέσως το χέρι και τα σχέδια του οικοδόμου θα σκεφθεί. Αυτοί δε που βλέπουν τον κόσμο κάμνουν πως δεν βλέπουν εκείνον, τον οποίο δηλώνει και διασαλπίζει αυτός ο θαυμαστός κόσμος; Αυτή είναι ερώτηση του αγίου Πατρός, η οποία αποστομώνει και καθιστά αναπολόγητο κάθε αρνητή του Θεού.
(3) Ο άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος μας καλεί να θαυμάσουμε και Ποιητή και ποίημα στα εξής παραδείγματα παρμένα από το ζωικό βασίλειο: «Σύ δέ μοι, ἄνθρωπε, λέγει, θαύμασον καί ἀλόγων φυσικήν σύνεσιν καί τούς λόγους, εἰ δύνασαι παράστησον. Πόθεν μελίσσαις τε καί ἀράχναις τό φιλεργόν καί φιλότεχνον, ἵνα ταῖς μέν τά κηρία πλέκηται.. αἱ δέ διά λεπτῶν οὕτω καί ἀερίων σχεδόν τῶν νημάτων πολυειδῶς διατεταμένων, πολυπλόκους τούς ἱστούς ἐξυφαίνουσιν;». – Συ, άνθρωπέ μου, θαύμασε και την εξυπνάδα και σύνεση που παρουσιάζουν τα άλογα ζώα και, αν μπορείς, παράστησε και τους λόγους, για τους οποίους τόσο έξυπνα παρουσιάζονται. Από πού προέρχεται η τόση προθυμία και θαυμαστή επιμέλεια προς την εργασία στις μέλισσες και τις αράχνες, η τόση φιλοτεχνία, ώστε οι μεν μέλισσες να φτιάχνουν το κερί με τόση τέχνη και ευωδία, οι δε αράχνες να εξυφαίνουν τους πολυπλόκους ιστούς τους με τόσο λεπτά και σχεδόν αερώδη νήματα και με τόσο πολύπλοκα σχέδια; Ο δε άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων θαυμάζοντας τη σύσταση και τις ενέργειες του ύδατος γράφει: «Μονοειδής ἡ φύσις καί πολυδύναμος ἡ ένέργεια· τό ὕδωρ οἶνος μέν ἐν άμπέλοις… ἔλαιον ἐν ἐλαίαις… καί εἰς ἄρτον δέ μεταβάλλεται… καί εἰς παντοῖα καρπῶν δημιουργήματα». Δηλαδή· μία και η ίδια είναι η φύση, η μορφή, η γεύση του νερού. Η ενέργειά του όμως είναι πολυδύναμος. Το νερό στο σταφύλι γίνεται κρασί και παίρνει άλλη μορφή και γεύση. Στην ελιά γίνεται λάδι, που τόσο πολύ μας τρέφει. Και σε ψωμί μεταβάλλεται, όταν ανακατεύεται με το αλεύρι, και συντηρεί την ύπαρξή μας. Και σε διάφορα άλλα δημιουργήματα και πολλούς άλλους καρπούς. Συνηθίσαμε να βλέπουμε ως ασήμαντα πράγματα εκείνα, στα οποία και σοφοί επιστήμονες, αλλά κυρίως οι άγιοι Πατέρες, διαβλέπουν την άπειρη σοφία και αγαθότητα του παντοδυνάμου Θεού δημιουργού.
(4) Π. Ν. Τρεμπέλα, Απολογητικαί μελέται Α’, σελ. 315.
(5) Τόση ήταν η πεποίθηση και στην αρχαία εποχή, ότι όλοι οι άνθρωποι, όλοι, χωρίς εξαίρεση, πίστευαν στο Θεό και είχαν τη θρησκεία τους, ώστε ένας σοφός και πρόγονός μας που έζησε τον πρώτο αιώνα μετά Χριστόν, αλλά Χριστιανός δεν ήταν, ο Πλούταρχος (γεννήθηκε το 46 μ.Χ.), έγραψε την περίφημη εκείνη και κλασική περί υπάρξεως Θεού και θρησκείας βεβαίωση: «εὕροις δ’ ἄν ἐπιών καί πόλεις ἀτειχίστους, ἀγραμμάτους, ἀβασιλεύτους, ἀοίκους, ἀχρημάτους, νομίσματος μή δεομένας, ἀπείρους θεάτρων καί γυμνασίων· ἀνιέρου δέ πόλεως καί ἀθέου, μή χρωμένης εὐχαῖς μηδέ ὅρκοις, μηδέ μαντείαις, μηδέ θυσίαις ἐπ’ άγαθοῖς οὐδείς ἐστιν, οὐδ’ ἔσται θεατής. Ἀλλά πόλις ἄν μοι δοκῇ μᾶλλον ἐδάφους χωρίς, ἤ πολιτεία τῆς περί Θεοῦ δόξης ἀναιρεθείσης παντάπασι σύστασιν λαβεῖν ἤ λαβοῦσα τηρῆσαι». (Προς Κολώτην Επικούρειον § 31). Και τούτο με λίγα απλά λόγια θα πει. Όπου να πας κι όπου να σταθείς, και όλο τον κόσμο να γυρίσεις, μπορεί ίσως να βρεις πόλεις και χωριά χωρίς τείχη, χωρίς σχολεία, χωρίς βασιλιάδες, χωρίς κατοίκους, χωρίς χρήματα, χωρίς θέατρα και γυμναστήρια. Τέτοιες πολιτείες μπορεί να βρεις. Αλλά πόλη άθεη, που να μην έχει ναούς και ιερά, που οι κάτοικοί της να μη προσεύχονται και να μην επικαλούνται το Θεό στα δικαστήρια με όρκους, που να μην κάνουν θυσίες και να ζητούν από το Θεό ευλογίες, κανείς δεν βρήκε ούτε πρόκειται να βρει. Μου φαίνεται δε πως ίσως μπορεί να βρεθεί πόλη χωρίς έδαφος παρά πολιτεία χωρίς θρησκεία και πίστη στο Θεό. Τέτοια πολιτεία δεν μπορεί να υπάρξει, ή κι αν παρουσιασθεί, ποτέ δεν θα σταθεί. Αυτά βεβαιώνει και διακηρύττει ο αρχαίος Πλούταρχος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου