Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2013

Η μερική κρίση



Απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε τούτο κρίσις” (Εβρ. θ’ 27). Το θάνατο τον ακολουθεί κρίση. Και όπως είναι νόμος γενικός, ότι κάθε άνθρωπος που γεννιέται στον κόσμο αυτό θα πεθάνει, εκτός εκείνων που θα βρεθούν ζωντανοί κατά τη δεύτερη παρουσία του Χριστού, παρομοίως είναι και γενικός νόμος για όλους τους ανθρώπους η μέλλουσα κρίση. Αυτό είναι της πίστης μας δίδαγμα, αφού λέμε ότι ο Κύριος θα έλθει για να κρίνει ζώντας και νεκρούς, και ο απόστολος Παύλος τονίζει, όπως είπαμε, ότι “πάντες μεν ου κοιμηθησόμεθα (δε θα πεθάνουμε), πάντες δε αλλαγησόμεθα” (Α’ Κορινθ. ιε’ 51). Και τότε, όπως θα βρει ο θάνατος τον καθένα έτσι και θα τον πάρει, έτσι και αυτός θα μείνει. Άπιστο και αμαρτωλό και αμετανόητο θα τον βρει; Αμαρτωλός και αμετανόητος θα μείνει. Μετά θάνατον μετάνοια και σωτηρία πλέον δεν υπάρχει, όπως και προηγουμένως έχουμε πει και τονίσει. Και αν ο θάνατος βρει τον άνθρωπο σε πίστη και μετάνοια, σε αρετή και αγιότητα, πιστός και ενάρετος και άγιος μένει. Μετά θάνατον ούτε ο άγιος γίνεται αμαρτωλός ούτε ο αμαρτωλός άγιος. Και γίνεται τότε και κάποια κρίση, αυτή που λέμε εδώ μερική κρίση. Δηλαδή χωρίζονται οριστικά οι δίκαιοι από τους αμαρτωλούς και η ψυχή ζωντανή και με όλες τις αισθήσεις και δυνάμεις της προαισθάνεται και προγεύεται και δοκιμάζει τα αγαθά του Παραδείσου, όπως είπαμε. Του αμαρτωλού η ψυχή προγεύεται και αυτή και δοκιμάζει τα φοβερά δεινά της κόλασης. Στην προς Εβραίους επιστολή του ο απόστολος Παύλος λέει τα εξής χαρακτηριστικά ως προς την απόλαυση των αγαθών του Παραδείσου από τους δίκαιους· “Και ούτοι πάντες (οι δίκαιοι δηλαδή) μαρτυρηθέντες διά της πίστεως ουκ εκομίσαντο την επαγγελίαν, του Θεού περί ημών κρείττον τι προβλεψαμένου, ίνα μη χωρίς ημών τελειωθώσι” (Εβρ. ια’ 39, 40). Και αυτή είναι η μερική κρίση. Ο προσωρινός, έστω και αν κρατήσει χιλιάδες χρόνια, χωρισμός των δικαίων από τους αδίκους και η προαπόλαυση του Παραδείσου από τους πιστούς, καθώς επίσης και της κόλασης από τους άπιστους και αμετανόητους αμαρτωλούς. Και αυτό σύμφωνα με όσα έπραξε στην επίγεια ζωή του ο άνθρωπος. Έπραξε καλά; Καλά πορεύεται πλησίον του Θεού και απολαμβάνει και χαίρεται και ευφραίνεται ευθύς μετά το θάνατό του (1). Έπραξε κακά; Χωρίζεται από τον Θεό και κολάζεται και δοκιμάζει θλίψη και οδύνη και πριν γίνει η δεύτερη παρουσία και λάβει χώρα και η γενική κρίση (2).
* * *
(1) Ως προς την προαπόλαυση των αγαθών της βασιλείας του Θεού από τους δίκαιους, ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέει: “Ψυχή πάσα καλή τε και θεοφιλής… του συνδεδεμένου λυθείσα σώματος… (κάθε ψυχή καλή και θεοφιλής, όταν λυθεί με τον θάνατο από τα δεσμά του σώματος), ευθύς δε (με το θάνατο) εν συναισθήσει και θεωρία του μέλλοντος αυτή καλού γενομένη θαυμασίαν τινά ηδονή ήδεται και αγάλλεται (δοκιμάζει ευθύς αμέσως τη χαρά και ευχαρίστηση που θα απολαύσει σε τέλειο βαθμό στο μέλλον)… και οίον ήδη τη φαντασία καρπούται την αποκειμένην μακαριότητα· μικρόν δ’ ύστερον και το συγγενές σαρκίον απολαυούσα τούτω συγκληρονομεί της εκείθεν δόξης”. (Και τώρα, ευθύς με το θάνατο, μικρό απολαμβάνει. Έπειτα, όταν ξαναπάρει με την ανάσταση των νεκρών το σαρκίο, θα απολαύσει το τέλειο). Και ο ιερός Χρυσόστομος· “Εκεί δε διηνεκώς οι παρόντες ορώσι τον βασιλέα Θεό… και παρόντα και τη της ιδίας δόξης λαμπρότητι κοσμούντα τους συνόντας άπαντας”. Το ότι δε ο πιστός και δίκαιος μετά θάνατο βρίσκεται ευθύς αμέσως με το Χριστό, το βεβαιώνει περισσότερο από κάθε άλλο ο ίδιος ο απόστολος Παύλος, ο οποίος λέει· “εμοί το ζην Χριστός και το αποθανείν κέρδος… συνέχομαι δε εκ των δύο, την επιθυμίαν έχων εις το αναλύσαι και συν Χριστώ είναι” (Φιλιπ. α’ 21, 23).
(2) Αυτό το διασαφηνίζουν καλώς οι άγιοι Πατέρες Χρυσόστομος και Αυγουστίνος και λένε: “Ουδείς των ενταύθα μη διαλυσαμένων τα αμαρτήματα, απελθών εκεί δυνήσεται τας επί τούτοις ευθύνας διαφυγείν (κανείς αμετανόητος δεν θα μπορέσει μετά θάνατο να διαφύγει τις ευθύνες των πράξεών του)· αλλ’ ώσπερ οι από των δεσμωτηρίων τούτων μετά των αλύσεων προσάγονται εις το δικαστήριον, ούτω αι ψυχαί πάσαι, όταν εντεύθεν απέλθωσι, τας ποικίλας περικείμεναι σειράς των αμαρτημάτων, επί το βήμα άγονται το φοβερόν”.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου